Σχολικές Εκδηλώσεις
Περιεχόμενα
Επέτειος Πολυτεχνείου 2022
Στις 17 του Νοέμβρη, ημέρα Πέμπτη, πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα εκδηλώσεων η καθιερωμένη γιορτή του σχολείου μας για την επέτειο εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Οι μαθητές και μαθήτριες των δύο τμημάτων της Β΄τάξης σε συνεργασία με τις δασκάλες τους Θώμογλου Άννη και Ασλάνη Ελένη, τη μουσικό Γκιντίκα Ελευθερία και τον δάσκαλο εικαστικών Σαλπιγγίδη Γιώργο, παρουσίασαν με μεγάλη συγκίνηση και επιτυχία το χρονικό εκείνης της περιόδου μέσα από αφηγήσεις, βίντεο, ηχητικά ντοκουμέντα, τραγούδια και μικρά θεατρικά δρώμενα.
28η Οκτωβρίου 2022
Τα παιδιά της Τρίτης τάξης του σχολείου μας παρουσίασαν με ιδιαίτερη επιτυχία στις 27 Οκτωβρίου 2022 τη γιορτή τους για την Εθνική Επέτειο της 28ης Οκτωβρίου. Οι μαθητές με μεγάλη προσήλωση διάβασαν κείμενα για το χρονικό του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, απήγγειλαν ποιήματα, τραγούδησαν και συμμετείχαν σε θεατρικά δρώμενα. Οι μικροί μαθητές κατάφεραν να συγκινήσουν και παράλληλα έκαναν τους θεατές να νιώσουν περηφάνια για αυτόν τον λαό που τόσο πολύ έχει υποφέρει!
Μπράβο παιδιά!
Μνήμη Μακεδονικού Αγώνα 2022
Ημέρα Σχολικού Αθλητισμού
Την Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2022 μαθητές, μαθήτριες και εκπαιδευτικοί επισκεφτήκαμε τις Αθλητικές Εγκαταστάσεις του Α.Ο. Ποσειδώνα Νέας Μηχανιώνας. Εκεί είχαμε τη χαρά να απολαύσουμε τα ομαδικά παιχνίδια που είχαν οργανώσει οι εκπαιδευτικοί Φυσικής Αγωγής του Σχολείου μας κ. Ελευθεράκης Χουρμούζης και κ. Τριανταφύλλου Κωνσταντίνα.
Οι δραστηριότητες αυτές πραγματοποιήθηκαν εντός του σχολικού ωραρίου και διήρκεσαν 2 ώρες με τη συμμετοχή όλων ανεξαιρέτως των μαθητών και μαθητριών του Σχολείου. Σκοπός τους ήταν η προώθηση της δημιουργικότητας μέσω του αθλητισμού, η προαγωγή της υγείας και της ευεξίας και η ενθάρρυνση της κοινωνικής ενσωμάτωσης, αξίες που υποχώρησαν λόγω της τρέχουσας κρίσης της πανδημίας.
Μπορούμε να πούμε ότι τα παιδιά πραγματικά το καταευχαριστήθηκαν!
Δείτε ένα εκπαιδευτικό animation για την 28η Οκτωβρίου 1940 για παιδιά Νηπιαγωγείου και Δημοτικού, με σκοπό να γνωρίσουν οι μαθητές καλύτερα τα γεγονότα της επετείου του “ΟΧΙ”.
Επέτειος για την Γενοκτονία των Ποντίων
Τρίτη 24 Μαΐου 2022
Την Τρίτη 24 Μαΐου 2022 οι μαθητές της Γ1΄ Τάξης με την καθοδήγηση του δασκάλου τους κ. Χαριτίδη Ηρακλή, της δασκάλας μουσικής κ. Γκιντίκα Ελευθερίας και της δασκάλας Θεατρικής Αγωγής κ. Καμενή Γαλάτειας μας παρουσίασαν μία εκδήλωση με ποιήματα και κείμενα εμπνευσμένα από την Γενοκτονία των Ποντίων (19 Μαΐου 1919).
Αρκετά απ’ αυτά ήταν στην ποντιακή διάλεκτο. Κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας διδάχθηκαν την απαγγελία της ποίησης και την κατανόηση της λογοτεχνίας, οι οποίες αποτελούν από τις αρχαιότερες καλές τέχνες. Πολλά και ποικίλα συναισθήματα γεννήθηκαν στα παιδιά που τα εκφώνησαν και σε όσους τα άκουσαν. Σ’ αυτό βοήθησε με την διδασκαλία των τραγουδιών: «Την πατρίδα μ’ έχασα» και «Αιτέν’ς επαραπέτανεν» η δασκάλα της μουσικής του Σχολείου μας κ. Γκιντίκα Ελευθερία.
Μπορείτε να δείτε την εισαγωγική ομιλία του κ. Χαριτίδη Ηρακλή και να διαβάσετε ένα πληρέστερο κείμενο για τα ιστορικά γεγονότα που σχετίζονται με το συγκεκριμένο γεγονός.
Ο ξεριζωμός
Τ’ άκουσες αδερφέ; Στον Πόντο έγινε λέει «ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ».
Τ’ άκουσες αδερφέ; Στον Πόντο «ευκαιρώθαν τα χωρία», άδειασαν τα χωριά! Χάθηκαν απ’ το χάρτη ολόκληρες πολιτείες, χωριά και εκκλησίες. Θέατρα, φροντιστήρια.
παρθεναγωγεία… Κι όσο μεγαλύτερο γινόταν το μίσος των Νεότουρκων, τόσο πλήθαιναν οι καταστροφές και οι χαλασμοί, τόσο δυνάμωνε ο πόνος. Όσο μεγάλωνε η λύσσα τ)ων δήμιων, τόσο μεγάλωνε ο αριθμός των χαμένων αθώων ψυχών. 353000 θύματα! Και να ‘ταν μόνο αυτοί; Πόσοι ανώνυμοι μάρτυρες δεν γράφτηκαν ποτέ στα μαύρα κατάστιχα των αδικοσκοτωμένων. Και πόσοι χάθηκαν σε μέρη μακρινά, προτού προλάβουν να αφήσουν απογόνους…
Τελικά ευδόκησε ο Θεός και δεν τους κάναμε τη χάρη. Όσοι έμειναν, ύστερα από υπεράνθρωπες προσπάθειες, κατάφεραν και πάλι ν’ αναστηθούν. Θεμέλειωσαν νέα χωριά, ρίζωσαν ξανά σε καινούριους τόπους, έφτιαξαν πολιτείες. Πρόκοψαν στις νέες πατρίδες, δημιούργησαν οικογένειες, μα ποτέ δεν ξέχασαν την καταγωγή τους και τη δύσκολη διαδρομή που ακολούθησαν οι πρόγονοί τους.
Σήμερα, μετά από 100 και πλέον χρόνια, αφού έχουν στηθεί στα πόδια τους, αγωνίζονται για την αναγνώριση της «Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου». Όχι από οργή, ούτε με διάθεση εκδίκησης. Μόνο για την αποκατάσταση της αλήθειας. Μιας αλήθειας και ενός αγώνα που πέρασε από σαράντα κύματα! Με συναίσθηση του χρέους απέναντι σε όλους αυτούς που δεν πρόλαβαν να μιλήσουν γι αυτά που υπέστησαν, δεν μπόρεσαν να διεκδικήσουν το δίκιο τους.
Γιατί μόνο μέσα απ’ την αλήθεια θα μάθουν οι επόμενες γενιές τι πέρασαν αυτοί οι άνθρωποι κατά τον ξεριζωμό τους. Μόνο όταν αποκατασταθεί η ιστορική αλήθεια υπάρχει η ελπίδα να μην επαναληφθούν τα τραγικά λάθη του παρελθόντος. Τότε μόνο θα μπορέσει να οικοδομηθεί πραγματική φιλία και συνεργασία ανάμεσα σε ανθρώπους και λαούς. Θα σταματήσουν να γίνονται και να αποσιωπούνται εγκλήματα στο όνομα μιας κάποιας αλήθειας κάθε φορά. Μπορούν πραγματικά οι άνθρωποι να ζήσουν ειρηνικά, να προβάλλουν όλα όσα τους ενώνουν κι όχι να δημιουργούν διαφορές και έχθρες.
Τ’ άκουσες αδερφέ; Στον Πόντο έγινε Γενοκτονία! Κάτι είπαν για τη Ρωμανία… για τον Πόντο δηλαδή που ενώ πάρθηκε απ’ τους Τούρκους, συνεχίζει, ζει κι «ανθεί και φέρνει κι άλλο»
Κείμενα που χρησιμοποιήθηκαν για την εκδήλωση:
Ο Κωνσταντίνος Καβάφης, το 1921, μάλλον τον Μάρτιο, έγραψε το ποίημα «Πάρθεν», εμπνευσμένο από το δημοτικό τραγούδι και κατ’ εξοχήν εκείνο του Πόντου, που συμβόλιζε γι’ αυτόν πιο ριζικά, πιο αυθεντικά, τον «καημό της ρωμιοσύνης». Το 1921, σε μια στιγμή που πίστεψε ίσως πως η ιστορία είχε ολοκληρώσει τον κύκλο της ἀδικιᾶς:
«Αυτές τις μέρες διάβαζα δημοτικά τραγούδια
για τ’ άθλα των κλεφτών και τους πολέμους,
πράγματα συμπαθητικά, δικά μας, Γραικικά.»
«Διάβαζα και τα πένθιμα για τον χαμό της Πόλης
“Πήραν την Πόλη, πήραν την, πήραν τη Σαλονίκη”.
Και την Φωνή που εκεί που οι δυο εψέλναν,
“ζερβά ο βασιλιάς, δεξιά ο πατριάρχης”,
ακούστηκε κι είπε να πάψουν πια:
“πάψτε παπάδες τα χαρτιά και κλείστε τα Βαγγέλια”
πήραν την Πόλη, πήραν την, πήραν την· Σαλονίκη.»
«Όμως απ’ τ’ άλλα πιο πολύ με άγγιξε το άσμα το Τραπεζούντιον με την παράξενή του γλώσσα και με την λύπη των Γραικών των μακρινών εκείνων που ίσως όλο πίστευαν που θα σωθούμε ακόμη.»
Μα αλίμονον μοιραίο πουλί «απαί την Πόλην έρται»
με στο «φτερούλιν αθε χαρτίν περιγραμμένον
κι ουδέ στην άμπελον κονεύ’ μηδέ στο περιβόλι
επηγεν και εκόνεψεν στου κυπαρίσ’ την ρίζαν».
Οι αρχιερείς δεν δύνανται (ή δεν θέλουν) να διαβάσουν.
«Χέρας υιός Γιανίκας εν» αυτός το παίρνει το χαρτί,
και το διαβάζει κι ολοφύρεται.
«Σιτ’ αναγνώθ’ σίτ’ανσκλαίγ’ σιτ’ ανακρούγ’ την κάρδιαν.
Ν’ αοιλή εμάς, να βάι εμάς, η Ρωμανία πάρθεν».
Ήρθαν ρημαγμένοι, οικονομικά τραυματισμένοι κι εξαθλιωμένοι. Το μόνο που κατόρθωσαν να κουβαλήσουν ήταν η γλώσσα τους, το χαρακτηριστικό γνώρισμα του ανθρώπου που τον διαφοροποιεί από τα ζώα. Σε αυτήν, αλλά και σε όλες τις γλώσσες πρέπει να υπάρχει παρελθόν, παρόν και μέλλον, γιατί χωρίς αυτά εξαφανίζεται και το έλλειμμα είναι κυρίως κοινωνικό.
Χρ. Αντωνιάδης
Να σαν τη μάναν που γεννά, που γεννά
Τα τράντα χρόνια μίαν, τα τράντα χρόνια μιαν
Κι εφτάει υιόν Τραντέλλεναν, Τραντέλλεναν
Και νύφε γαλαφόραν, και νύφε γαλαφόραν
Εφτάει υιόν Τραντέλλεναν, Τραντέλλεναν
Ακρίτα σα ραχία, Ακρίτα σα ραχία
Εβγαίν’ και πάει ‘ς σον πόλεμον, ‘ς σον πόλεμον
Για την ελευθερίαν, για την ελευθερίαν!
«Μύριζε σαν καρπούζι ζερβά μας τ’ ακρόγιαλο και τα βουνά τον Πόντον, μια φορά κ έναν καιρό δικά μας, δεξά αστραφτερό, απέραντο το πέλαγο. Ο Καύκασος είχε σβύσει μέσα στο φως, μα οι γέροι, με τη ράχη γυρισμένη, κάθουνταν στην πρύμνα και δε μπορούσαν να ξεκολλήσουν τα μάτια τους από το αγαπημένο ουρανοθάλασσο. Ο Καύκασος είχε χαθεί, φάντασμα ήταν και σκόρπισε, μα απόμεινε ασάλευτος, αβασίλευτος βαθιά στις λαμπυρήθρες των ματιών τους. Δύσκολο, δύσκολο πολύ η ψυχή να ξεκολλήσει από την πατρίδα βουνά, θάλασσες, αγαπημένοι άνθρωποι, φτωχό αγαπημένο σπιτάκι, ένα χταπόδι είναι η ψυχή και όλα τούτα οι πλόκαμοί της».
Από το βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη «Αναφορά στον Γκρέκο»
Καντήλι ανάψτ’ ευλαβικά στη μνήμη της Πατρίδας.
Καντήλι ας ανάψουμε, ανάψτε ο κόσμος όλος!
Για μοσχοβόλι των βουνών, θυμάρι κι ευωδία.
Για εσέ Πατρίδα που άδικα κι ανέλπιστα εχάθης…
Πατρίδα’ μ, μαυροθάλασσα, πενεύτρα των κορφών σου!
Πόσες καρδιές δεν έκλαψαν, καρδιές που τις ματώσαν
και μάτια δε βουρκώσανε με δάκρυα ποτάμια…
Και ποιος ξωπίσω εξέμεινε, καμπάνα να χτυπάει,
ν’ ανάβει μελισσόκερα, στου Iερού την πόρτα,
ν’ ανάβει τον πολυέλαιον, τον τρουλοκρεμασμένον,
και στην καντήλα του Χριστού, στην άσβεστη καντήλα,
λάδι να ρίχνει ευλαβικά, φυτίλι να αλλάζει…
Πατρίδα μου μονάκριβη, αξέχαστη Πατρίδα,
τις δόξες και τα κάλη σου τα εζήλεψεν η χώρα,
μα τα παιδιά σου τάκοψε τούρκικο αξινάρι…
…Κι έστειλ’ εμάς στην προσφυγιά, στου κόσμου την ορφάνια…
Το επικό ποίημα του Φίλωνα Κτενίδη γραμμένο στην Ποντιακή διάλεκτο.
Έναν πουλίν, μαύρον πουλίν, μαύρον άμον την νύχταν,
ολονυχτίς τριγύριζεν ολόγερα ’ς σον Κάστρεν,
’ς σον κάστρεν, ’ς σα καστρότειχα τη μαυρο-Τραπεζούντας,
που έχ’ τα ρίζας ’ς σον γιαλόν και την κορφήν ατ’ ’ς σ’ άστρα
π’ είχεν δέκα καστρόπορτας κι ούλα χαλκοδεμένα,
κι απ’ έξ’ α σα καστρόπορτας, ορμία και ποτάμια,
ντο έδεναν και έλυναν, γεφύρια σιδερένια…
Όλεν ο κάστρεν έλαμπεν, άμον ντο λάμπ’ ο Ήλεν,
και το Παλάτιν έλαμπεν, άμον διαμάντ’ ’ς σον Φέγκον,
τη Βασιλέα το παλάτ’, τοι Κομνηνών φωλέα,
π’ έτον τρανόν και θαμαστόν, κάστρεν απάν’ ’ς σον Κάστρεν.
Κάποτ’ εγέντονε σεισμός, κι η Γη όλεν εσείεν,
κι έναν Δεκαπενταύγουστον, κι έναν μαύρον ημέραν
επάρθαν τα κλειδία θε, κι ο κάστρεν εκρεμίεν…
’Πέμναν τα πόρτας ανοιχτά, το Παλάτ’ δίχως θρόνον
και δίχως τοι παλατιανούς, και χωρίς Βασιλέαν
…κι ο Κάστρεν ο θεόρατον εγέντον κοιμητήρι.
Διαβάστε όλο το ποίημα πατώντας εδώ.
Βάσταξον κάρδια ‘μ βάσταξον καμπόσα χρόνεα κι άλλο
Όπως βαστούνε τα ραchια την βαρυchειμωνίαν
Όπως βαστάζνε τα δέντρα την παραγρανεμίαν
Όπως βασταζ’ η θάλασσα τη κόσμη τα καράβεα
Όπως βαστάζ’ ο ουρανόν εκείνα όλια τ’ άστρα
Όπως βαστάζ’ το χάλκωμαν ση καζαντζη τα chερεα
Όπως βαστάζ’ το σίδερον σην βαρυτσακουτσέαν
Βάσταξον καρδια ‘μ βάσταξον αν θέλεις κι αν κι θέλεις
Απόδοση στα Νέα Ελληνικά:
Βάστα καρδιά μου, βάσταξε κάμποσα χρόνια ακόμη
όπως βαστούνε τα βουνά στην βαρυχειμωνιά
όπως βαστούν τα δέντρα στόν άγριο άνεμο
οπως βαστάει η θάλασσα όλου του κόσμου τα καράβια
όπως βαστάει ο ουρανός εκείνα όλα τ’ άστρα
όπως βαστάει ο χαλκός στου καζαντζή τα χέρια
όπως βαστάει το σίδερο στό χτύπημα της βαριοπούλας
Βάσταξε καρδιά μου, βάσταξε, αν θέλεις κι αν δεν θέλεις..
Πολλά τραγούδια μού’ λεγε, για τα αρχαία χρόνια,
μού’ λεγε για τον βασιλιά
Ευπάτωρ Μιθριδάτη,
πως κυνηγούσε τους εχθρούς και φύλαγε τον Πόντο
από κακά και συμφορές,,
δάκρυα και πολέμους
κι ανέπτυξε τα γράμματα, το εμπόριο και τις τέχνες,
κι έγιν’ ο Πόντος άτρωτο και δοξασμένο κάστρο!
Μού ‘πε και για τη συμφορά
και τη γενοκτονία
που ήλθε στην Πατρίδα μας
εκεί στα ‘22
κι αφάνισε τ’ αδέλφια μας
κι ερήμωσε τη χώρα
κι έστειλ’ εμάς στην προσφυγιά,
στου κόσμου την ορφάνια…
Η λύρα μου είν’ δαμασκηνιά και μήλο το δοξάρι’ μ
και είδε και τα μάτια μου
που γέμισαν με δάκρυ,
κι ευθύς μ’ ανθρώπινη μιλιά,
παρήγορα μου λέει:
“Παιδί’ μ τα μάτια σκούπισε,
και πάψε να δακρύζεις,
κι ένα μονάχα να σκεφτείς
και μες στο νου σου βάλε:
Άμα δεμένοι σαν γροθιά
και δυνατοί σαν βράχος,
όλη την ιστορία μας
Αξέχαστη κρατούμε
και με της λύρας τους σκοπούς
πάντοτε τραγουδούμε,
…Κάστρο σπουδαίο κι άπαρτο θάναι για πάντα ο Πόντος!…»
Όχι άλλες χαμένες Πατρίδες!
Πατρίδα μου Ελλάδα,
Μητέρα αμέτρητων αρχαίων σοφών και φιλοσόφων,
Λίκνο πολιτισμού πανάρχαιο,
είσαι εσύ που πρώτη δίδαξες στον κόσμο
σεμνά κι’ απλόχερα,
το τι σημαίνει Δημοκρατία, Ελευθερία
κι Ανθρώπινη Αξιοπρέπεια!…
Και ποιο ήταν το ευχαριστώ;
Αμέτρητοι εχθροί,
βάρβαροι Πέρσες, Ρωμαίοι, Άβαροι
Βούλγαροι, Βενετοί και Σταυροφόροι,
Τούρκοι, Ιταλοί και Γερμανοί και ξανά Τούρκοι,
χύμηξαν όλοι με δόλο
κι ανείπωτο θράσος κατά πάνω σου,
σαν τ’ άγρια θηρία, τη Γη και τα παιδιά σου!
Θα βρεις όλο το ποίημα πατώντας εδώ.
Έρχονται κάποτε στρατοί, τσιράκια των εμπόρων.
Σφάζουν, αρπάζουν, τυραννούν, κι αυτό το λένε νίκη.
Όμως υπάρχουν θησαυροί που δεν τους ακουμπάνε
μήτε του χρόνου οι σκουριές, μήτε ανθρώπων χέρια.
Γιατί πατρίδα είναι γη, μου είν’ και κάτι άλλο,
που μέσα μας αιμορραγεί, ακόμα πιο μεγάλο.
Τα παιδιά έπαιζαν το παιχνίδι ως εξής: Έκαναν έναν κύκλο και κάθονταν κάτω με τα πόδια τους ενωμένα και με φορά προς το κέντρο του κύκλου. Στη μέση ένα παιδί, άρχιζε να απαγγέλει το ποίημα «Τίμη τίμη τον αητόν» και έδειχνε τα πόδια του κάθε παιδιού.
«Τίμη, τίμη τον αητόν,
τον αητόν τον σταυρωτόν!
Κρούει, παίρει το κοντάρι
και χτυπά τον καβαλλάρι (ή καλαμάρι).
– Καβαλλάρι (ή καλαμάρι) μ’, τί θέλεις;
– Θέλω κόκκινα ωβά
να πουλιάζω τα πουλιά
και εβγαίνω ‘σ σην ελαίαν
και τερώ τον βασιλέαν,
πως μασά, πως κουρτά
πως καταπατεί τ’ αχάντια
και μαραίν’ τα παλλικάρια…
Ο Γιαννίτς ωριάζ’ αρνόπα
κ’ η Μαρίτσα πλύν’ μαλλόπα…
Έβγα σύ χρυσόν ποδάρ’!»
Στο παιδί το οποίο έπεφτε η τελευταία συλλαβή «δάρ’», «έβγαινε» το ένα του πόδι και συνέχιζε η απαγγελία του ποιήματος μέχρις ότου «έβγαιναν» όλα τα πόδια των παιδιών.
Νικητής ήταν αυτός που το πόδι του θα «έβγαινε» τελευταίο.
Πηγή: Τραπεζούντα
Εγώ απιτάζω τον σκύλον κι ο σκύλον απιτάζ τ’ ουράδ’ν ατ’.
Εγώ διατάζω τον σκύλο κι ο σκύλος την ουρά του.
Λέγεται: Γι αυτόν που αναθέτει σε άλλον αυτό που του ανέθεσαν.
Εκυλίεν η τέντζερη κι εύρεν το γαπάχ’
Κύλισε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι.
Λέγεται: για ανθρώπους όμοιου κακού χαρακτήρα που συνάπτουν φιλία ή συνεταιρίζονται.
Εκαλόμαθεν η γραία στα σύκα θα τρώει και τα συκόφυλλα.
Καλόμαθε η γριά στα σύκα θα φάει και τα συκόφυλλα.
Λέγεται: Γι αυτόν που έχει την απαίτηση να ‘του γίνεται συνέχεια η χάρη επειδή του έγινε μια φορά.
Εύκαιρον σακίν ‘ς σα ποδάρα ‘κι στέκι.
Άδειο τσουβάλι στα πόδια δεν στέκεται.
Ο νηστικός δεν μπορεί να σταθεί στα πόδια του.
Η κοσσάρα πίν’ νερόν και τερεί ‘ς σον ουρανόν
Η κότα πίνει νερό και κοιτάει στον ουρανό
Λέγεται: Προς αγνώμονα στον οποίο προβάλλεται σαν παράδειγμα ευγνωμοσύνης προς τον θεό, η συνήθεια της κότας να ανυψώνει το κεφάλι της κάθε φορά που καταπίνει νερό.
Ήνταν θρύβς ‘ς σο πινάκι σ’, θα έρται ‘ς σο χουλάρι σ’.
Ό,τι τρίβεις στο πιάτο σου θα έρθει στο κουτάλι σου.
Ό,τι κάνεις θα το βρεις μπροστά σου.
Ήντζαν γίνεται πρόβατον, τρώει ατόν ο λύκον.
Όποιος γίνεται πρόβατο, τον τρώει ο λύκος.
Λέγεται: Για όποιον ταπεινώνεται ή φέρεται ήρεμα και έτσι κινδυνεύει να περιφρονηθεί ή αδικηθεί.
Η ομιλία του κ. Χαριτίδη Ηρακλή:
Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου
(Το πλήρες κείμενο από την ομιλία του κ. Χαριτίδη Ηρακλή)
Οι Έλληνες, από πανάρχαια χρόνια, είχαν δημιουργήσει πολλές αποικίες σε περιοχές, που σήμερα ανήκουν στη Ρωσία και Τουρκία. Έχουμε πολλούς μύθους που αναφέρονται στις πόλεις εκείνων των περιοχών. Ο Προμηθέας δέθηκε στον Καύκασο, ο Ιάσονας ταξίδεψε με τους Αργοναύτες στην Κολχίδα για να πάρει το χρυσόμαλλο δέρας. Η χώρα αυτή, που είχε βασιλιά τον Αιήτη, λάτρευε την θεά Εκάτη, που ουσιαστικά ήταν μια άλλη μορφή της θεάς Αρτέμιδος. Ο Ορέστης, ο γιός του βασιλιά Αγαμέμνονα που είχε νικήσει τους Τρώες, κυνηγημένος από τις ερινύες επειδή σκότωσε την μητέρα του, έφτασε μέχρι την Ταυρίδα και εκεί βρήκε την αδελφή του την Ιφιγένεια. Η Ταυρίδα ήταν η σημερινή Κριμαία με πρωτεύουσα την Συμφερούπολη. Εκεί λοιπόν, η Ιφιγένεια ήταν ιέρεια της θεάς Αρτέμιδος. Και βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε και τον ναό της θεάς Αρτέμιδος στην Έφεσσο, που ήταν ένα από τα επτά αρχαία θαύματα του κόσμου.
Το 1206 ιδρύεται από τους αδελφούς Αλέξιο και Δαυίδ Κομνηνό η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας. Όλη αυτή η περιοχή πήρε το όνομα Πόντος – που σημαίνει μεγάλη θάλασσα – από τον Εύξεινο Πόντο, που πριν ονομαζόταν Άξεινος Πόντος, δηλαδή αφιλόξενη θάλασσα.
Το 1461, οι Οθωμανοί καταλαμβάνουν την Τραπεζούντα, όμως οι Έλληνες διατήρησαν και το φρόνημά τους και την ελληνική τους συνείδηση, αν και ζούσαν πολύ μακριά από την Μητέρα Ελλάδα. Αυτή η μεγάλη απόσταση είχε ως αποτέλεσμα η γλώσσα των κατοίκων να μην διαφοροποιηθεί σε μεγάλο βαθμό, με αποτέλεσμα σήμερα η ποντιακή διάλεκτος να βρίσκεται πιο κοντά στα αρχαία ελληνικά απ’ ότι τα νέα.
Οι Έλληνες σε αυτές τις περιοχές γρήγορα κυριάρχησαν στην οικονομική ζωή της πόλης. Η οικονομική τους ανάκαμψη συνδυάστηκε με τη δημογραφική και την πνευματική τους άνοδο. Το 1865 οι Έλληνες του Πόντου ανέρχονταν σε 265.000 ψυχές, το 1880 σε 330.000 και στις αρχές του 20ου αιώνα άγγιζαν τις 700.000. Το 1860 υπήρχαν 100 σχολεία στον Πόντο, ενώ το 1919 υπολογίζονται σε 1401 – ανάμεσά τους και το περίφημο Φροντιστήριο της Τραπεζούντας. Εκτός από σχολεία διέθεταν τυπογραφεία, περιοδικά, εφημερίδες, λέσχες και θέατρα, που τόνιζαν το υψηλό τους πνευματικό επίπεδο.
Ο συνολικός αριθμός μαθητών έφτασε τα 86.000 παιδιά. Τα μεγάλα αστικά κέντρα του Πόντου γνωρίζουν ιδιαίτερη άνθηση στις τέχνες και τα γράμματα, εφάμιλλη των πνευματικών κέντρων της Ευρώπης, την ίδια στιγμή που η δημογραφική άνοδος του πληθυσμού και η οικονομική ευρωστία θα επιτρέψουν στους Έλληνες του Πόντου να επεκταθούν και στις περιοχές του Καυκάσου και της Κριμαίας.
Το 1908 ήταν μια χρονιά – ορόσημο για τους λαούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τη χρονιά αυτή εκδηλώθηκε και επικράτησε το κίνημα των Νεότουρκων, που έθεσε στον περιθώριο τον Σουλτάνο. Πολλές ήταν οι ελπίδες που επενδύθηκαν στους νεαρούς στρατιωτικούς για μεταρρυθμίσεις στο εσωτερικό της θνήσκουσας Αυτοκρατορίας.
Σύντομα, όμως, οι ελπίδες τους διαψεύστηκαν. Οι Νεότουρκοι με αρχηγό τον Κεμάλ Αττατούρκ έδειξαν το σκληρό εθνικιστικό τους πρόσωπο, εκπονώντας ένα σχέδιο διωγμού των χριστιανικών πληθυσμών και εκτουρκισμού της περιοχής, επωφελούμενοι της εμπλοκής των ευρωπαϊκών κρατών στο Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το ελληνικό κράτος, απασχολημένο με το «Κρητικό Ζήτημα», δεν είχε τη διάθεση να ανοίξει ένα ακόμη μέτωπο με την Τουρκία.
Οι Τούρκοι λοιπόν ήθελαν να διώξουν με κάθε τρόπο τους μη τουρκικούς αλλά και μη μουσουλμανικούς πληθυσμούς. Με πρόσχημα την «ασφάλεια του κράτους» ανάγκαζαν όσους δεν κατατάσσονταν στο τουρκικό στρατό, όπως οι Έλληνες, να δουλέψουν στα λεγόμενα «τάγματα εργασίας» και έτσι εκτόπισαν ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού πληθυσμού στην αφιλόξενη μικρασιατική ενδοχώρα, Σε αυτά τα τάγματα εργασίας οι άνδρες ήσαν υποχρεωμένοι να δουλεύουν σε λατομεία, ορυχεία και στη διάνοιξη δρόμων κάτω από εξοντωτικές συνθήκες. Οι περισσότεροι πέθαιναν από πείνα, κακουχίες και αρρώστιες.
Την ίδια εποχή, οι Τούρκοι ετοιμάζονταν για την ολοκληρωτική εξόντωση των μη τουρκικών πληθυσμών, κυρίως των Αρμενίων και Ποντίων. Προμηθεύονται πολεμικό υλικό, κυρίως από την γερμανική βιομηχανία Krupps, ενώ προωθούν μεγάλες ομάδες Βόσνιων μουσουλμάνων σε χριστιανικές περιοχές
Αντιδρώντας στην καταπίεση των Τούρκων, τις δολοφονίες, τις εξορίες και τις πυρπολήσεις των χωριών τους, οι Ελληνοπόντιοι, όπως και οι Αρμένιοι, ανέβηκαν αντάρτες στα βουνά για να περισώσουν ό,τι ήταν δυνατόν. Μετά τη Γενοκτονία των Αρμενίων το 1916, οι Τούρκοι εθνικιστές υπό τον Κεμάλ είχαν πλέον όλο το πεδίο ανοιχτό μπροστά τους για να εξολοθρεύσουν τους Ελληνοπόντιους. Ό,τι δεν κατάφερε ο Σουλτάνος σε 5 αιώνες το πέτυχε ο Κεμάλ σε 5 χρόνια!
Εκατοντάδες φυγόδικοι δραπέτευαν από τα στρατόπεδα και τα τάγματα θανάτου ζητώντας άσυλο, όχι πια στα σπίτια και τους συγγενείς τους, αλλά πάνω στα βουνά, σε πολύ δύσκολες συνθήκες διαβίωσης, έχοντας σαν προσωρινά καταλύματα φυσικές ή τεχνητές σπηλιές. Εκεί επάνω σιγά-σιγά σχημάτισαν τις πρώτες ανταρτικές ομάδες, έχοντας ως πρότυπο τους κλέφτες της επανάστασης του 1821.
Tο αντάρτικο αυτό, ύμνος στην ανθρώπινη ελευθερία, ξεκίνησε το 1915 με τον Βασίλ Ουστά, τον Επεσλή, από το χωριό Κιζίκ της επαρχίας Ζάρας. Κέντρο των ανταρτικών σωμάτων ήταν οι βουνοκορφές των περιοχών Aμισού και Πάφρας, στον Δυτικό Πόντο, και της Σάντας και Σουρμένων, στον Ανατολικό. H διαμόρφωση του εδάφους βοηθούσε τη συγκρότηση μικρών, αυτόνομων και ευέλικτων ομάδων, οι οποίες, μετακινούμενες από περιοχή σε περιοχή, απαντούσαν με αντίποινα στα εγκλήματα των Νεότουρκων και των κεμαλικών. O άμαχος πληθυσμός, θεωρώντας τους αντάρτες σαν φυσικούς του προστάτες, μέσα στην πείνα, τις κακουχίες και την εξαθλίωση ύμνησε την αλληλεγγύη και τη συντροφικότητα, την ανδρεία και τη λεβεντιά, τη ζωή και το θάνατο, μα πάνω από όλα τον πόθο τους για την ελευθερία. Μέχρι σήμερα διασώζονται πολλά (ιδιαίτερα τουρκόφωνα) τραγούδια. Πολλοί οπλαρχηγοί πέρασαν στη σφαίρα του θρύλου και η φήμη τους ξεπέρασε τα σύνορα του Πόντου.
Το 1919 οι Έλληνες μαζί με τους Αρμένιους και την πρόσκαιρη υποστήριξη της κυβέρνησης Βενιζέλου προσπάθησαν να δημιουργήσουν ένα αυτόνομο ελληνοαρμενικό κράτος. Το σχέδιο αυτό ματαιώθηκε από τους Τούρκους, οι οποίοι εκμεταλλεύθηκαν το γεγονός για να προχωρήσουν στην «τελική λύση».
Στις 19 Μαΐου 1919 ο Κεμάλ, εξοπλισμένος με γερμανικό αλλά και σοβιετικό πολεμικό υλικό, αποβιβάζεται στη Σαμψούντα για να ξεκινήσει τη δεύτερη και πιο άγρια φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας, υπό την καθοδήγηση των Γερμανών και σοβιετικών συμβούλων του. Μέχρι τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1922 οι Ελληνοπόντιοι που έχασαν τη ζωή τους ξεπέρασαν τους 200.000, ενώ κάποιοι ιστορικοί ανεβάζουν τον αριθμό τους στις 350.000.
Παρόλα αυτά, η ποντιακή περηφάνια δεν έσκυψε το κεφάλι: το αντάρτικο στα βουνά γίνεται πιο οργανωμένο, με τα μέλη της ποντιακής αντίστασης να φτάνουν στις 12.000 περίπου το 1921, σύμφωνα με τον έγκριτο ιστορικό Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο. Οι άτακτοι αυτοί μαχητές, σφυρηλατημένοι στις κακουχίες και την ανέχεια, θα επιφέρουν μια σειρά από δυνατά χτυπήματα στον οργανωμένο κεμαλικό στρατό και θα καταφέρουν να περισώσουν αμάχους από τα λυσσασμένα δόντια του διώκτη.
Όμως, παρ’ όλη την προσπάθεια και την ανδρεία τους, οι Πόντιοι αφέθηκαν στην τύχη τους. Εγκαταλείφθηκαν από όλους και κυρίως από το επίσημο ελληνικό κράτος. Το τέλος του ποντιακού ελληνισμού είχε έρθει. Το ζοφερό πλάνο των Τούρκων εθνικιστών πέτυχε τον αποτρόπαιο σκοπό του: με τη γενοκτονία του πληθυσμού, τους εκτοπισμούς, τις λεηλασίες και τις πυρπολήσεις, κατάφεραν την πολυπόθητη αλλοίωση του εθνολογικού χαρακτήρα των ελληνικών περιοχών. Η βίαιη εξαφάνιση των Ελλήνων από τα προγονικά εδάφη πληρώθηκε με 353.000 ψυχές την περίοδο 1916-1923.
Ο Κεμάλ Ατατούρκ, στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση της 13ης Αυγούστου 1923, πληροφορεί περιχαρής την ομήγυρη: «Επιτέλους, ξεριζώσαμε τους Έλληνες από τον Πόντο». Η τελευταία πράξη του ποντιακού δράματος διαδραματίζεται τον Οκτώβριο του 1922: ο Ατατούρκ συμφωνεί να μεταφερθούν οι Έλληνες του Πόντου με τουρκικά καράβια στην Κωνσταντινούπολη και από εκεί με ελληνικά πλοία στην ελληνική επικράτεια.
Οι Πόντιοι θα αναγκαστούν λοιπόν να αναζητήσουν νέες πατρίδες, με το κύριο σώμα του ελληνισμού του Ευξείνου να καταφεύγει στη μητέρα Ελλάδα, αλλά και μια μερίδα να εγκαθίσταται στις νότιες περιοχές της Ρωσίας. Όσοι γλίτωσαν από το τουρκικό σπαθί κατέφυγαν ως πρόσφυγες στη Νότια Ρωσία, ενώ γύρω στις 400.000 ήλθαν στην Ελλάδα. Με τις γνώσεις και το έργο τους συνεισέφεραν τα μέγιστα στην ανόρθωση του καθημαγμένου εκείνη την εποχή ελληνικού κράτους και άλλαξαν τις πληθυσμιακές ισορροπίες στη Βόρειο Ελλάδα.
Οι Πόντιοι θρήνησαν γοερά την ελληνική στρατιωτική ήττα στη Μικρά Ασία αλλά και το τέλος του ποντιακού ελληνισμού. Ο παρακάτω θρήνος γράφτηκε και τραγουδήθηκε από τους Ποντίους της Πάφρας του Δυτικού Πόντου (αναφέρεται από τον ιστορικό Βλάση Αγτζίδη):
Κοίταξε τις πέτρες της Άγκυρας
βλέπε και τα δακρυσμένα μου μάτια.
Μείναμε σκλάβοι των Τούρκων,
για δες της μοίρας τα γραμμένα.
Οι λόφοι της Άγκυρας είναι μονοκόμματοι
Η Ελλάδα κάηκε, κατακάηκε.
Να τυφλωθείς καταραμένε Άγγλε,
στην Ελλάδα δεν απόμεινε ελπίδα.
Ο στρατός που πήγε για την Άγκυρα,
έμεινε εκεί πεσκέσι στους Τούρκους.
Όσοι μας βοήθαγαν έκαναν πίσω
και τους Έλληνες τους παρέσυρε το κύμα.
Τα τραγούδια της εκδήλωσης
Τα τραγούδια της εκδήλωσης
Χορός
Η 28η Οκτωβρίου 1940 για παιδιά - Τι γιορτάζουμε ;
Εκπαιδευτική πλατφόρμα
(Για εκπαιδευτικούς)
Μνήμες από την Κατοχή στην Ελλάδα
Με αφορμή τον εορτασμό της 28ης Οκτωβρίου επισκεφτείτε τον ιστότοπο του έργου Μνήμες από την Κατοχή στην Ελλάδα» και κυρίως την εκπαιδευτική πλατφόρμα του έργου https://www.occupation-memories.org/bildung/index.html
Προτάσεις διαθεματικών δραστηριοτήτων για την 28η Οκτωβρίου
Ένα Sway με προτάσεις διαθεματικών δραστηριοτήτων για την 28η Οκτωβρίου: για το Νηπιαγωγείο και τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού